DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
stereotypieren v
commun. κάνω κλισέ; στερεοτυπώνω; τυπώνω με στερεότυπες πλάκες
Stereotypieren v
commun. στερεοτυπία; τυπώνω διά στερεοτυπίας