DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
sintern v
chem. υαλοποιώ
coal., met. συντήκω
Sintern v
chem. μέθοδος θερμικής συνδέσεως
chem., el. συσσωμάτωση τέφρας
met. επίτηξη; περίτηξη; πυροσυσσωμάτωση; θερμοσυσσωμάτωση
sintern
: 5 phrases in 3 subjects
Chemistry2
Industry2
Metallurgy1