DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
verb | adjective | to phrases
Packer v
agric. μηχανισμός συσκευασίας δεμάτων; συσσωρευτής; τροφοδοτικός μηχανισμός
coal. πάκερ; παρέμβυσμα
packen adj.
IT συμπιέζω; συστέλλω
IT, tech. συσκευάζω
Packen adj.
hobby, transp. συσκευασία αλεξίπτωτου
IT, dat.proc. σύμπτυξη
packen
: 28 phrases in 8 subjects
Communications11
Electronics2
Environment1
Information technology5
Mechanic engineering2
Microsoft5
Natural sciences1
Social science1