DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
isolog adj.
med. αυτός που έχει τον ίδιο γονότυπο; ομόλογος; ισογονιδιακός; ισογονικός; ισοπλαστικός; συγγενής; ισόλογος
isolog
: 5 phrases in 1 subject
Medical5