DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
einpressen v
transp., mech.eng. συναρμογή στην πρέσα; πρεσαριστή συναρμογή
Einpressen v
gen. λιθοκόλληση
einpressen
: 2 phrases in 2 subjects
Industry1
Transport1