DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
einholen v
fish.farm. σύρω; βιράρω; έλκω; ρυμουλκώ
transp. ρυμουλκώ αερόπλοιο γιά πρόσδεση
Einholen v
min.prod., fish.farm. ανάσυρση του διχτυού
transp. προσέγγιση δύο διαδοχικών αμαξοστοιχιών
einholen
: 22 phrases in 7 subjects
Agriculture1
Chemistry8
Environment2
Fish farming pisciculture1
General8
Law1
Transport1