DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
ausscheren v
transp. λοξοδρομώ; παρεκλίνω της πορείας; παροιακίζω; παρατιμονιάζω
transp., nautic. κάνω παρατιμονιάκν.; στροφική οριζόντια κίνηση
Ausscheren v
commun., transp. μερισμός; έξοδος από γραμμή οχημάτων