DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
ausbohren v
met., mech.eng. διανοίγω οπή; τρυπανίζω; τρυπώ
Ausbohren v
mech.eng. λειαίνω εσωτερικά ένα κυκλικό άνοιγμα
met., mech.eng. τόρνευση διάνοιξης; διάτρηση διεύρυνσης
ausbohren
: 6 phrases in 4 subjects
General1
Industry1
Mechanic engineering2
Scientific2