| |||
αποχύτευση | |||
| |||
χύτευση | |||
| |||
μετάγγιση; μετάγγιση οίνου εκ του ληνού εις βαρέλια, βυτία | |||
αποκεφαλισμός; σφαγή | |||
εργασία κοπής σε τεμάχια ορισμένου μήκους | |||
τεμαχισμός; αποκοπή με τόρνευση |
abstechen : 4 phrases in 3 subjects |
General | 2 |
Health care | 1 |
Metallurgy | 1 |