DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Zuschneiden v
gen. τελείωμα; τελική διαμόρφωση
fish.farm. κοπή; κόψιμο
zuschneiden v
agric. κόβω σε σχήματα
comp., MS περικοπή
Zuschneider v
lab.law. κατασκευαστής μοντέλλων
Zuschneiden
: 8 phrases in 4 subjects
Agriculture1
Industry4
Materials science1
Transport2