DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
Zerhacker m
el. κατατμητής; κρυσταλλοτρίοδος χρονικού τεμαχισμού
Zerhacker v
agric., el. μηχανή τεμαχισμού ξύλου
commun. διαμορφωτής; μετατροπέας σημάτων συνεχούς σε σήματα εναλλασσομένου ρεύματος; τσόπερ; δονητής; κατακόπτης; μετατροπέας σήματος συνεχούς ρεύματος σε παλμικό σήμα εναλλασσομένου ρεύματος
earth.sc., el. κατατμητήρας; τεμαχιστήρας; τσόμπερ
el. μετατροπέας με δονήσεις; τρανζίστορ δειγματοληψίας
Zerhacken v
commun. ψαλιδισμός
Zerhacker
: 11 phrases in 3 subjects
Communications1
Earth sciences1
Electronics9