DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Zeitgeber m m -s, =
commun., IT χρονόμετρο
comp., MS μετρητής
earth.sc., el. συσκευή χρονισμού
IT όργανο χειρισμού που φέρει γεννήτριες ρυθμιζόμενων ωθήσεων; ρολόι
IT, tech. αρχείο ρολογιού
IT, transp. χρονιστήρας; χρονιστής
Zeitgeber
: 4 phrases in 2 subjects
Communications3
Information technology1