DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Wellendichtung f
industr. στεγανοποιητικό παρέμβυσμα περιστροφικού άξονα
mech.eng. δακτύλιος στεγανότητας για στρεφόμενο άξονα; τσιμούχα για στρεφόμενο άξονα; στεγανωτικό παρέμβυσμα περιστρεφόμενου άξονα; στεγανοδακτύλιος λαδιού; τσιμούχα f
Wellendichtung
: 2 phrases in 1 subject
Mechanic engineering2