DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Walzer v
lab.law. χειριστής ψυχρού ελάστρου
met. ελασματουργός; κύλινδρος έλασης
Walze v
gen. κάννη όπλου
agric. κύλινδρος ισοπέδωσης
agric., mech.eng. στοιχείο κυλίνδρου; σώμα κυλίνδρου; τύμπανο κυλίνδρου
chem. κύλινδρος ελάστρου
commun. κύλινδρος μελανώματος; κύλινδρος πιεστηρίου
construct. κύλινδρος συμπίεσης εδαφών
industr., construct., met. έλαστρο; κύλινδρος; ρολλό
IT, life.sc. νέφος κύματος όρους; ρότορ
tech., industr., construct. ρόλος
transp. οδοστρωτήρας; δίνη; τύρβη
Walzen v
chem. έλαση
immigr., tech. κύλινδροι ; κυλινδρικά πιεστήρια
industr., construct., met. διαδικασία κυλίνδρισης
leath. κυλίνδρισμα; συμπίεση
textile εξέλαση
transp. κυλίνδρωση
walzen v
commun., industr., construct. καθαρίζω τους κυλίνδρους
industr., construct. εξελαύνω
transp. κυλινδρώ; συμπυκνώνω με χρήση οδοστρωτήρα
Wälzen v
industr., construct., met. διεργασία διαμόρφωσης του γυαλιού με πλάκα
met., mech.eng. κύλιση
Walzer
: 94 phrases in 11 subjects
Agriculture15
Chemistry19
Communications1
Construction2
Industry19
Labor law1
Mechanic engineering19
Metallurgy9
Municipal planning1
Technology7
Transport1