DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Vorschubgetriebe n n -s, =
mech.eng. μηχανισμός πρόωσης; κιβώτιο ταχυτήτων πρόωσης; χειροκίνητη πρόωση
tech., industr., construct. σύστημα οδήγησης φορέα χτενιών