DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Veruntreuung f f =, -en
gen. κατάχρηση κεφαλαίων
econ. απιστία
law υπεξαίρεση; κατάχρηση
law, IT νόθευση
Veruntreuung
: 3 phrases in 2 subjects
General1
Law2