DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Versteifung f f =, -en
agric. προστατευτική επένδυση πλευρών
construct. υποστύλωση; ακαμψία; αντιστήριξη
mech.eng. ενίσχυση
met., mech.eng. νεύρωμα; ιστός
transp. δοκίδα
Versteifungen f
construct. ενισχυτικά στοιχεία
Versteifung
: 10 phrases in 3 subjects
Chemistry6
Construction1
Transport3