DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Verstarkung f
chem. εμπλουτισμός
Verstärkung f f =, -en
gen. θέσπιση αυστηρότερων κανόνων
agric. εντατικοποίησις; οργανωτική εξέλιξις; Πρώτη ενίσχυση
chem. πάχυνση
el. κέρδος; ενεργός απολαβή
industr., construct. βανιζέ
IT, el. απολαβή
med. ενίσχυση; συστηματική ενίσχυση; πρόγραμμα ενίσχυσης; ενδυνάμωση; τόνωση; δυνάμωμα
stat., demogr., el. απολαβή μετάδοσης
Verstarkung
: 56 phrases in 11 subjects
Communications17
Construction1
Electronics15
General2
Industry3
Information technology10
Labor law1
Medical1
Natural sciences2
Technology1
Transport3