DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Umlaufkapital n
account. κυκλοφορούν ενεργητικό; κεφάλαια κίνησης; κεφάλαιο κινήσεως
fin. κυκλοφορούσες μετοχές; κεφάλαιο κίνησης; κυκλοφοριακό κεφάλαιο; κυκλοφορούν κεφάλαιο
Umlaufkapital
: 1 phrase in 1 subject
Economics1