DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Traggurt m
mech.eng. αναρτήρας; λωρίδα ανάρτησης; δέσιμο με μεταλλική λωρίδα
transp. λωρίδα στερέωσης εξαρτισμού
Traggurt
: 1 phrase in 1 subject
Mechanic engineering1