DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Tonspur f f =, -en
commun., el. ίχνος εγγραφής ήχου ακουστής συχνότητας; ίχνος ήχου; ίχνος ακουστικών συχνοτήτων; ίχνος ακουστικού σήματος
cultur. ηχητική λωρίδα
Tonspur
: 2 phrases in 1 subject
Electronics2