DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Strang n
agric., industr., construct. ρυμός; τιμόνι
construct. ημικυλινδρικό κορδόνι; παρεντιθέμενο αρμοκάλυπτρο
industr., construct. κούκλα
industr., construct., chem. νήμα που ρέει
med. κλώνος; αλυσίδα; χορδή (funiculus); σχοινί; λώρος (funiculus)
met. συνεχής χύτευση; μπιγέτα; πρίσμα
met., el. αγωγός
tech., industr., construct. τσιλές
Strang- n
med. ινικός; αναφερόμενος σε ίνες
Strang
: 60 phrases in 10 subjects
Electronics3
General1
Industry6
Life sciences1
Mechanic engineering1
Medical37
Metallurgy1
Natural sciences1
Technology1
Transport8