DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Storsignal n
el. ανεπιθύμητο σήμα
Störsignal n
commun. παρεμβαλλόμενο σήμα
commun., IT ανεπιθύμητη επίδραση
earth.sc., mech.eng. παρασιτικό σήμα
el. κτύπημα; σήμα παρασιτικό; παρεμβολή; σήμα παρεμβολής; ανωφελές σήμα; μεταβασματικός ρύπος
IT εμφάνιση παρασίτων; παρασιτική ανάγνωση δεδομένων
 German thesaurus
Störsignal n
metrol. Störgröße oder unerwünschter Anteil Störanteil eines Messsignals
Storsignal
: 7 phrases in 2 subjects
Communications4
Electronics3