DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Steckbecken n n -s, =
med. σκωραμίς; ειδικό κοπροδοχείο του αρρώστου; ουροδοχείο; ουροδοχείο για κλινήρεις ασθενείς; πάπια; σκωραμίδα
Steckbecken
: 1 phrase in 1 subject
Medical1