DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Stützbock m
mech.eng. στρίποδο; τρίποδο; υποστάτης
transp., construct. πλαίσιο υποστήριξης; κατασκευή υποστήριξης; ξύλινη υποστήριξη