DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Spitzenkante f
commun. δαντέλλες; καλλώπισμα σε χρυσό των σελίδων βιβλίου της αρχής των κεφαλαίων και του εξωτερικού σκεπάσματος
Spitzenkanten f
earth.sc. άκρες της ανάκαμψης