DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Spültrank adj.
gen. λάσπη απόσταξης
earth.sc., environ., mech.eng. λιπαρά απόβλητα
environ., agric. μεταποιημένα υπολείμματα φαγητών
environ., food.ind. λύματα