DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Smog m m -s, -s
environ. καπνομίχλη; σμογκ
health. τοξικό ή δηλητηριώδες νέφος
med. αιθαλομίχλη; νέφος; καπνιά
Smog
: 3 phrases in 1 subject
Environment3