DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Schlegel m m -s, =
agric. οπίσθιο μπούτι; εγκρουστήρας; μηρός
industr., construct., met. ματσόλα ψυχρής διαμόρφωσης γυαλιού; ξυλόσφυρο
med. ματσόλα; σφυρί από ξύλο
Schlegel
: 12 phrases in 1 subject
Agriculture12