DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | noun | to phrases
Sauglüfter m m -s, =
mun.plan., mech.eng. αναροφητήρας
Sauglüfter f m -s, =
mun.plan. στόμιο αναρρόφησης
mun.plan., mech.eng. σωλήνας αναρόφησης
tech., industr., construct. ανεμιστήρας εξαγωγής; εξαεριστήρας
Sauglüfter
: 2 phrases in 2 subjects
Agriculture1
Earth sciences1