DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | verb | adjective | to phrases
Säuger m m -s, =
med. θηλαστικά
Sauger m m -s, =
coal., met. αναρροφητής αερίων
fish.farm. κατωστομίδες (Catostomidae); γατοστόματα (Catostomidae); βοϊδόψαρα (Ictiobus spp.)
food.ind. θηλή
industr., construct., chem. Aναρροφητήρας
med. αναρροφητήρας; όργανο αναρρόφησης
transp., industr. απορροφητήρας; μεταφορέας σπόρων
Säugen v
med. θηλασμός; γαλουχία; βύζαγμα; γαλακτισμός
Saug- adj.
med. αναρροφητικός; μυζητικός; απορροφητικός
Säuger
: 5 phrases in 5 subjects
Health care1
Information technology1
Mechanic engineering1
Medical1
Municipal planning1