DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | noun | adjective | to phrases
Rippe f f =, -n
agric. αυλάκωση; ράβδωση
agric., health., anim.husb. πλευρά
astronaut., transp. Κάθετο σταθερό
industr., construct. ύφανση ριπ
mech.eng. θυρίδα εξαερισμού; σχισμή εξαερισμού; σφήνα συνένωσης; νεύρωση ενίσχυσης
med. πλευρά (costa); πλευρό (costa)
met. νεύρωσηστρογγυλό σύρμα; νεύρωση
met., mech.eng. ιστός
nat.res., agric. κεντρική νεύρωση
transp. νεύρωση επισώτρου
transp., avia. νεύρωμα
transp., mech.eng. πτερύγιο
Rippe train de côtes f
agric., health., anim.husb. μπριζόλα
Rippen n
agric., industr. νεύρωση
commun. ανάγλυφη προεξοχή; αυλάκωμα; προσραφή
commun., agric. προσράμματα που εξέχουν στην ράχη των βιβλίων
mech.eng. ποικίλες ραβδώσεις; ποικίλες σφήνες συνένωσης
Rippen- adj.
med. πλευρικός (costalis)
Rippen
: 23 phrases in 6 subjects
Agriculture5
Earth sciences2
Mechanic engineering2
Medical5
Metallurgy1
Transport8