DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Retrogradation f
life.sc., chem. μετατροπή του "ευκόλως" σε "δυσκόλως" κινητοποιήσιμο
med. οπισθοδρόμηση; αναδρομή; παλινδρόμηση; εκφυλισμός