DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Reissfestigkeit f
chem. αντίσταση στο σχίσιμο
industr., construct. συνεκτικότητα; τάση θραύσης
Reißfestigkeit f f =
earth.sc., el. αντοχή στη διάσχιση
hobby, industr., construct. αντοχή στην θραύση
industr., construct., chem. Aντίσταση στην αποκόλληση; αντοχή στην αποκοπή; αντοχή στο σκίσιμο
tech., el. δοκιμή διάσχισης
Reissfestigkeit
: 1 phrase in 1 subject
Natural sciences1