DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
verb | noun | to phrases
Rang v
law, market. κατάταξη
math. τάξh μεγέθους
med. γραμμή; σειρά; τάξη; βαθμός
Ring v
el. βρόχος; κλειστό κύκλωμα
fin. χώρος συναλλαγών σε χρηματιστήριο
industr., construct. δακτύλιος; δαχτυλίδι κλωστηρίου; δαχτυλίδι κλώσης
industr., construct., met. κουλούρα δοχείων
mech.eng. δακτύλιος ενισχύσεως; έδραση
med. ορθοδοντικός χαλινός; έλικα; μπούκλα; σπείρα; αγκύλη
met. ρόλος
transp., construct. χαλκάς
Ringe v
hobby, met. κρίκοι
 German thesaurus
RAng. n
law Regierungsangestellter (Queerguy)
Rang
: 119 phrases in 25 subjects
Agriculture9
Business2
Communications10
Education1
Electronics3
Finances1
General5
Government, administration and public services1
Hobbies and pastimes1
Industry7
Information technology5
Labor law3
Law2
Life sciences9
Mathematics2
Mechanic engineering20
Medical15
Metallurgy1
Microsoft1
Municipal planning1
Natural sciences3
Statistics8
Technology2
Transport6
Work flow1