| |||
εξασφάλιση ποιότητας | |||
διασφάλιση ποιότητας | |||
εγγύηση διασφάλιση ποιότητας; εγγύηση διασφάλιση ποιότητας | |||
διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος | |||
εγγύηση ποιότητας | |||
διασφάλιση της ποιότητας | |||
German thesaurus | |||
| |||
siehe Gütesicherung (Andrey Truhachev) |
Qualitätssicherung : 20 phrases in 13 subjects |
Communications | 1 |
Education | 5 |
General | 1 |
Health care | 2 |
Industry | 1 |
Information technology | 3 |
Labor law | 1 |
Law | 1 |
Materials science | 1 |
Medical | 1 |
Municipal planning | 1 |
Politics | 1 |
Transport | 1 |