DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Persistenz f
environ. ανθεκτικότητα; διατήρηση; εμμονή; επιμονή; μεταίσθημα; ανθεκτικότητα/εμμονή/επιμονή/μεταίσθημα/διατήρηση; υψηλή υπολειμματική δράση 2. ανθεκτικότητα στο περιβάλλον
nat.sc., agric. διηνεκές
Persistenz
: 1 phrase in 1 subject
Life sciences1