DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Naturschutzgebiet n n -(e)s, -e
econ. περιοχή προστασίας της φύσης
environ. εθνικό απόθεμα; φυσικό καταφύγιο; φυσικό καταφύγιο εκτροφείο θηραμάτων; προστατευμένη φυσική περιοχή; προστατευόμενος βιότοπος; βιότοπος; περιοχή οικολογικής προστασίας
Naturschutzgebiet
: 1 phrase in 1 subject
Environment1