DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Milchfett n
agric. λίπος βουτύρου; βουτυρικό λίπος
agric., food.ind. λιπαρά συστατικά του γάλακτος; λιπαρές ουσίες που προέρχονται από το γάλα; γαλακτική λιπαρή ύλη; λίπη γάλακτος
econ. λιπαρές ουσίες του γάλακτος
med. λίπος γάλακτος
Milchfett
: 4 phrases in 3 subjects
Agriculture2
Food industry1
General1