Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Finnish
French
Greek
Hungarian
Italian
Japanese
Latin
Lithuanian
Norwegian
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
noun
|
verb
|
to phrases
Mantel
[ˈmantl̩]
m m -s, Mäntel
chem., el.
μανδύας δεξαμενής
;
κύλινδρος
coal.
θήκη
;
προστατευτική επικάλυψη
el.
επένδυση οπτικής ίνας
;
οπτικός μανδύας
;
περίβλημα οπτικών ινών
;
δευτερεύουσα μόνωση
;
ινοοπτικός μανδύας
fin.
αποδεικτικό κυριότητας μετοχών ή ομολογιών
;
ομόλογο επιχείρησης ή τράπεζας
industr., construct.
επένδυση
law, fin., mater.sc.
σώμα φιάλης
mech.eng., el.
διαχυτής
;
κωνοειδής αγωγός
;
συγκεντρωτής
med.
μανδύας
mun.plan.
περίβλημα
phys.sc., el.
κάλυμμα θερμοπυρηνικού αντιδραστήρα
;
κάλυμμα
;
κάλυμμα δημιουργίας λιθίου
Mantel
v
med.
χιτώνας
;
περίβλημα ήματος
Mantel
:
23 phrases
in 11 subjects
Chemistry
1
Communications
1
Earth sciences
3
Electronics
4
Energy industry
2
Industry
2
Information technology
4
Mathematics
1
Statistics
1
Technology
2
Transport
2
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips