DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Lymphfollikel m
med. λεμφοξίδιο; λεμφοθυλάκιο (nodulus lymphoideus); λεμφοζίδιο (nodulus lymphoideus); λεμφαδένας (nodulus lymphoideus); λεμφογάγγλιο (nodulus lymphoideus)