DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Lichtquelle f f =, -n
el. οπτικός πομπός; πομπός φωτός; πηγή
med. πηγή φωτός
transp., mil., grnd.forc., el. πηγή φωτισμού; φωτεινή πηγή
Lichtquelle
: 4 phrases in 3 subjects
Earth sciences2
Industry1
Natural sciences1