DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Laufschaufel f
mech.eng. κινητήριο πτερύγιο; πτερύγιο ρότορα; πτερύγιο στροφείου; πτερύγιο στροφείου στροβίλου
transp. πτερύγιο
Laufschaufeln f
transp., mech.eng. πτερύγια
Laufschaufel
: 3 phrases in 1 subject
Earth sciences3