Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
Finnish
French
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Ukrainian
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
Laktation
f f =
med.
θηλασμός
;
γαλουχία
;
γαλακτοποίηση
;
παραγωγή γάλακτος
;
γαλακτογένεση
;
γαλακτογονία
;
γαλακτοφορία
;
γαλακτισμός
;
περίοδος θηλασμού
;
περίοδος γαλουχίας
;
βύζαγμα
nat.sc., agric.
γαλακτοπαραγωγική ικανότητα
;
ροή του γάλακτος
Laktatio
f
med.
γαλακτοποίηση
;
παραγωγή γάλακτος
;
γαλακτογένεση
;
γαλακτογονία
;
γαλακτοφορία
;
γαλακτισμός
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Add
|
The server is undergoing maintenance and the site is working in read-only mode. Please check back later.">
Report an error
|
Get short URL
|
Language Selection Tips