DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
Kratzer m m -s, =
med. Ακανθοκέφαλα
Krätzer v
agric. νέο κρασί ακόμη σε ζύμωση; οίνος νέος, λευκός και δριμύς; νέο κρασί ακόμη σε ζύμωση
fish.farm. ποταμόπερκα (Perca fluviatilis)
met. ξαφριστήρι
met., el. ράβδος ανάδευσης
Kratzer v
chem., el. κτένι απόξεσης
construct. ξύστρα
industr., construct. χαρακιά
industr., construct., chem. Xαραγιές στο τζάμι από γυαλάκια στο τραπέζι κοπής
industr., construct., met. γρατσούνισμα; χάραγμα; χάραξη
mech.eng. αποξεστήρας; ξέστρο
met. αμυχή; εκδορά; ξέγδαρμα; ξεφλούδισμα
met., el. εργαλείο καθαρισμού της σκωρίας
oil αποξέστης
Krätze v
environ., industr. εξάφρισμα
med. ψώρα
Krätzer
: 8 phrases in 5 subjects
Construction1
Earth sciences1
Environment2
Industry3
Metallurgy1