DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Konsolidierung f f =
environ. Συγκέντρωση
fin. πράξη αναδιάταξης; πράξη παγιοποίησης; εμπέδωση; ενοποίηση
law ανεπίσημη ενοποίηση; ενοποίηση του κειμένου νομοθετικών πράξεων; ερμηνευτική κωδικοποίηση; συντονιστική κωδικοποίηση
life.sc., el. συνίζησις
med. στερεοποίησις; σταθεροποίηση; επούλωση κατάγματος; στερέωσις; πύκνωση
Konsolidierung Verfestigung f
tech., construct. συμπαγοποίηση' στερεοποίηση
Konsolidierung
: 30 phrases in 11 subjects
Economy7
Finances7
General4
Information technology2
Insurance3
Labor law1
Law2
Life sciences1
Marketing1
Medical1
Microsoft1