DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Kolben m m -s, =
agric. σπάδικας; στάχυς αραβοσίτου
chem. φιάλη
econ., stat., el. γυάλα
el. έμβολο σε ρυθμιζόμενο βραχυκύκλωμα
forestr. πιστόνι; έμβολο
mech.eng. έμβολον
nat.res. σπάδιξ (spadix)
pharma., chem. αποστακτήρας; αποστακτικό κέρας; φιάλη αποστάξεως με μακρύ λαιμό
kolben m
gen. λειτουργία εμβόλου
Kolben
: 60 phrases in 12 subjects
Chemistry11
Earth sciences6
Electronics8
Environment2
Finances1
General1
Information technology1
Mechanic engineering15
Medical2
Research and development2
Technology2
Transport9