| |||
ιδιοπαθές πολλαπλούν αιμορραγικό σάρκωμα; νόσος του Kaposi; σάρκωμα του Kaposi | |||
σάρκωμα Kaposi (sarcoma idiopathicum multiplex haemorrhagicum); πολλαπλό ιδιοπαθές αιμορραγικό σάρκωμα (sarcoma idiopathicum multiplex haemorrhagicum); αγγεοδικτυοενδοθηλίωμα (sarcoma idiopathicum multiplex haemorrhagicum) | |||
| |||
σύνδρομο του Kaposi; αγγειοσαρκωμάτωσις του Kaposi; σάρκωμα του Kaposi |
Kaposi-Sarkom : 3 phrases in 1 subject |
Medical | 3 |