DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
Kanalbildung m
chem., el. διαύλωση
el. διαυλοποίηση; προσανατολισμένη εμφύτευση ιόντων; διαυλοποίηση τρανζίστορ; καναλοποίηση τρανζίστορ
med. σηράγγωση; δημιουργία σωληνίσκων
transp., chem. αυλάκωση
transp., met. δημιουργία ανεπιθύμητων διόδων μέσα από το φορτίο της υψικαμίνου