DictionaryForumContacts

   German
Google | Forvo | +
to phrases
Körnung f f =
agric., chem. πέρασμα των κόκκων από κόσκινο; διαμέτρηση κόκκων
commun. κοκκίδωση
el. κόκκοι; μόρια
environ. κοκκομετρία
industr., construct., chem. Στιγματισμός με ράβδους
mater.sc. κοκκοποίηση
mater.sc., construct. κοκκομετρική σύνθεση; διαβάθμιση
tech., industr., construct. υφή χαρτιού
Körnung
: 4 phrases in 3 subjects
Agriculture1
Forestry1
Materials science2